
Κάτω από τις Μουριές του Ιουλίου. Η μέρα είχε ήδη αρχίσει να ψήνεται στον ήλιο, όταν φτάσαμε στον Άγιο Νικόλαο Αιδηψού. Ήταν 13 Ιουλίου 2022, αλλά για εμάς δεν είχε ημερομηνία. Ήταν απλώς μια από εκείνες τις μέρες που δεν τις ξεχωρίζεις για το ημερολόγιο, αλλά για τη γεύση τους· τη γεύση της ανεμελιάς, της ξεγνοιασιάς, της απόλυτης ησυχίας που φέρνει η θάλασσα όταν δεν την ακούς μόνο με τ’ αυτιά, αλλά και με την καρδιά.
Καθίσαμε κάτω από τις θεόρατες μουριές. Οι κορμοί τους έμοιαζαν αρχαίοι, σαν να είχαν ριζώσει εκεί από πάντα, να μας περιμένουν. Τα τραπεζάκια από ξύλο σκορπισμένα στο ντεκ, με τις ψάθινες καρέκλες και τις μικρές γλάστρες στη μέση, θύμιζαν παλιά ελληνική ταινία – εκείνες που βλέπεις και αναστενάζεις για καλοκαίρια που ίσως δεν έζησες, αλλά νιώθεις ότι θυμάσαι.
Το κορίτσι μου στο τραπέζι έτριβε τα μάτια της, λες και προσπαθούσε να διώξει τη λάμψη από τον ήλιο ή μια συγκίνηση που δεν ήθελε να φανεί. Μια καφέ παγωμένη λεμονάδα θα ερχόταν σε λίγο μπροστά της· δίπλα της, ένα λευκό καπέλο στο πίσω μέρος της καρέκλας, σαν να δηλώνει “εδώ είμαι, δεν φεύγω”.
Απέναντι, ο κόσμος λούζονταν στο φως: παραλίες με πολύχρωμες πετσέτες, παιδιά με κουβαδάκια, άνθρωποι ξαπλωμένοι στο ξύλινο deck του καφέ με καφέδες και δροσερά ποτά στο πλάι τους. Μα εδώ, κάτω από το φύλλωμα, ο χρόνος είχε διαφορετικό ρυθμό. Πιο αργός. Πιο ευγενικός.
Μιλήσαμε λίγο. Μετά σωπάσαμε. Δεν υπήρχε λόγος να μιλήσουμε. Όλα λέγονταν μέσα από τη σκιά των δέντρων και το αργό στροβίλισμα των φύλλων που πέφταν περιστασιακά στα τραπέζια. Τα βλέμματα ήταν γεμάτα, οι λέξεις περίσσευαν.
Κάποια στιγμή, ένας γλάρος πέταξε χαμηλά, και για μια στιγμή όλοι τον κοίταξαν. Κι ύστερα πάλι σιωπή. Εκείνη η καλή, η βαθιά, η γεμάτη σιωπή που σημαίνει: “Είμαι εδώ. Και είμαι καλά.”
Φύγαμε λίγες ώρες αργότερα. Μα κάτι έμεινε εκεί, στις μουριές, στα τραπέζια, στους κορμούς που μας σκίασαν. Κάτι δικό μας. Ίσως να ήταν η ευγνωμοσύνη που νιώθει κανείς όταν αντιλαμβάνεται ότι η ευτυχία δεν είναι μακριά. Είναι ένα τραπέζι, μια σκιερή γωνιά, ένας άνθρωπος δίπλα σου, και μια μέρα του Ιουλίου που θα τη θυμάσαι πάντα, με την ίδια γλύκα όπως τη γεύτηκες εκεί.